Σελίδες

Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου 2014

Τα βήματα για την επίλυση των προβλημάτων στη ζωή

Αρχικά το περιεχόμενο αυτού του άρθρου προοριζόταν για το νέο βιβλίο που γράφω «Τα μυστικά των θαυμάτων» το οποίο όμως δε γνωρίζω αν και πότε θα το εκδόσω, ως εκ τούτου αποφάσισα να το δημοσιεύσω εδώ γιατί έκρινα ότι θα είναι ωφέλιμο σε πολλούς τούτη την εποχή.

Φυσικά ένα πρόβλημα δεν είναι θέμα εποχής αλλά κυρίως μια προσωπική δοκιμασία ανεξαρτήτου εποχής, πλην όμως είναι φορές που , όπως η παρούσα φάση, οι δοκιμασίες μοιάζουν να εμφανίζονται κατά κύματα και να έχουν αρκετά κοινά σημεία με πολλούς συνανθρώπους μας για να μη πως ότι είναι ακριβώς τα ίδια.
Ας δούμε όμως ποια είναι τα κρίσιμα κι απαραίτητα βήματα
για την επίλυση ενός προβλήματος ανεξάρτητα απ το είδος του.
1. Αφήνουμε το φαινόμενο που εμφανίστηκε απροσδόκητα ή ακόμη κι αναμενόμενα στη ζωή μας να «κρυώσει». Αποφεύγουμε να ασχοληθούμε μ΄αυτό εν τη γενέσει του διότι είναι πολύ πιθανό τα συναισθήματα που εγείρει να μας παρασύρουν σε λανθασμένες ενέργειες. Ο μηχανισμός της σκέψης-δράσης δεν θα είναι ελεγχόμενος κι εξ αιτίας αυτού θα κυκλώσει το μυαλό ως τυφώνας.
Όπως ένα γεύμα αναδύει τη χαρακτηριστική του γεύση στη σωστή θερμοκρασία και ποτέ δε το δοκιμάζουμε καυτό, έτσι ακριβώς θα πράξουμε και μ’ ένα πρόβλημα ακόμη κι αν αυτό δείχνει τάσεις ορμητικές που δε σηκώνουν αναβολή.
Σαφώς υπάρχουν άνθρωποι που έχουν την ικανότητα να διατηρήσουν τη ψυχραιμία τους κάτω από δύσκολες συνθήκες και να αντιδράσουν σχεδόν άψογα, αλλά ας μη βάλουμε τον εαυτό μας σ’αυτή τη δοκιμασία δίχως απόλυτη σιγουριά. Άλλωστε τα ίδια τα συναισθήματα μας θα μας κάνουν φανερό κατά πόσο μπορούμε να αντέξουμε σε μια μετωπική σύγκρουση.
2. Αποστασιοποιούμαστε απ το περιεχόμενο του προβλήματος παρόλο που γνωρίζουμε τη σπουδαιότητα που έχει για μας η επίλυση του. Είναι σκόπιμο κι απαραίτητο να το αντιμετωπίσουμε ως ψυχροί παρατηρητές, σαν να αφορούσε ένα γείτονα ή κάποιο φίλο κι όχι εμας.

Αν επιτρέψουμε να παρασυρθούμε στη δίνη του τότε ένα μεγάλο και σημαντικό μέρος της προσπάθειας προς επίλυση θα έχει χαθεί. Ο λόγος είναι προφανής, αφού όταν παρατηρούμε κάτι ανεπηρέαστοι θα συντονιστούμε εύκολα με τη πηγή της αιτίας που το εκδήλωσε και το μυστικό είναι ακριβώς αυτό, δηλαδή να εντοπίσουμε την αιτία του προβλήματος.
3. Εφόσον λοιπόν έχουμε καταφέρει να βάλουμε τη προσωπικότητα μας σ΄αυτή τη κατάσταση, της αμερόληπτης κριτικής, τότε μπορούμε να αρχίσουμε να ασχολούμαστε με το φαινόμενο αλλά όχι ακριβώς με το πρόβλημα, κι εδώ βρίσκεται όλη η ουσία.
Κανένα πρόβλημα δεν είναι αυθύπαρκτο κι αυτεξούσιο παρά μόνο η αιχμή του δόρατος. Αυτό που πρέπει να κατανοήσουμε είναι πως από μόνο του δε μπορεί ουδέποτε να εμφανιστεί ένα πρόβλημα. Άρα εν προκειμένω πρέπει να αναζητήσουμε τη θεωρία με την οποία συνδέεται. Ακριβώς όπως και με τα μαθηματικά. Κανείς μαθητής δε θα λύσει ποτέ καμία άσκηση αν δε γνωρίζει την θεωρία με την οποία συνδέεται και τι ακριβώς λέει αυτή η θεωρία.
Κρατήστε καλά στο μυαλό σας αυτό το σημείο διότι πρόκειται για την πεμπτουσία όλων των φαινομένων. Οι περισσότεροι άνθρωποι πασχίζουν με μανία να επιλύσουν ένα πρόβλημα και καταγίνονται μ αυτό ,αλλά δεν είναι το πρόβλημα ο στόχος, είναι η θεωρία που το έστειλε για να δούμε αν είμαστε ικανοί να το επιλύσουμε αποδεικνύοντας έτσι ότι την κατανοήσαμε.
Εν ολίγοις και θα σταθώ λίγο ακόμη εδώ, όλα τα προβλήματα στη ζωή του ανθρώπου έχουν να κάνουν με την κατανόηση ενός θεωρήματος το οποίο δε καταφέραμε κάποτε να το κάνουμε κτήμα μας. Έτσι εμφανίζεται ένα πρόβλημα για να μας δώσει την ευκαιρία να τη σπουδάσουμε και να την εφαρμόσουμε στη ζωή μας.
Συνεπώς αντί να περιπλεκόμαστε με το πρόβλημα αρχίζουμε να αναρωτιόμαστε με τι ακριβώς συνδέεται και τι θέλει να μάθουμε ώστε να το επιλύσουμε. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή που θα κατανοήσουμε το θεώρημα δυο πράγματα μπορούν να συμβούν: Α) Είτε να εξαλειφθεί από μόνο του διότι δεν έχει πλέον νόημα ύπαρξης Β) Είτε να το επιλύσουμε άμεσα κι απλά στερεύοντας τη πηγή που το ανέβλυσε, αφού πλέον την έχουμε διακρίνει.
4. Σε τούτο το σημείο και σύμφωνα με τα προηγούμενα ξεκινά το στάδιο διερεύνησης του θεωρήματος με το οποίο συνδέεται το πρόβλημα μας ή καλύτερα η άσκηση που θέλει να διακρίνει αν έχουμε κατανοήσει το μάθημα στο οποίο αναφέρεται. Αυτό μπορούμε να το πετύχουμε με δυο τρόπους Α) Με διαλογισμό και μόνο εφόσον έχουμε βαδίσει τα προηγούμενα βήματα. Παρατηρούμε πανοραμικά το όλο πρόβλημα κι αρχίζουμε να ψάχνουμε τη πηγή του μέσα σε

βαθιές αναρωτήσεις του τύπου: «Τι θέλει τώρα να μάθω απ αυτό;» Προσοχή εδώ , μη συνδέσετε ποτέ αυτό που φαινομενικά γυρεύει ένα πρόβλημα με τη πηγή του. Δηλαδή αν ζητάει χρήματα τότε δεν είναι τα χρήματα η πραγματική λύση του, αυτό είναι μια παγίδα στην οποία πέφτουν πολλοί κι αμέσως εστιάζουν στην έλλειψη του χρήματος ως αιτία του προβλήματος. Αν πρόκειται για την υγεία , δεν αποζητά την υγεία μας το πρόβλημα απλά εκφράζεται μέσα απ την ασθένεια και δεν είναι η ίαση η πραγματική λύση του προβλήματος, αλλά αντιθέτως αυτή θα είναι το επακόλουθο της κατανόησης του αληθινού αίτιου. Β) Συζητάμε το πρόβλημα μας με έναν ειδικό ή έναν καλό φίλο που πιστεύουμε ότι διαθέτει ψύχραιμη και λογική οπτική των πραγμάτων. Είναι καλό να μοιραζόμαστε όσα έχουμε μέσα μας διότι ποτέ δε ξέρουμε από που θα εμφανιστεί η έμπνευση που θα μας δώσει τη λύση. Συζητάμε με τους άλλους δίχως συναισθηματική φόρτιση ως προς εμάς αλλά κι ειδικά όχι σε βάρος των άλλων. Συζητάμε φιλικά διαλεκτικά κι όχι μίζερα και με παράπονο.
Προσοχή κι εδώ καθώς πάντα πρέπει να επεξεργαζόμαστε ότι θα μας πούνε οι άλλοι κι όχι να εφαρμόζουμε θεωρίες δίχως σκέψη, όπως επίσης η παρούσα μέθοδος προϋποθέτει κι ανοιχτό μυαλό αφού είναι πιθανό μια πρόταση των άλλων να μας φανεί «ενοχλητική». Κάντε μια στάση εδώ διότι αν νιώσετε μια ενόχληση απ τα λόγια των άλλων πρέπει να εξετάσετε την αιτία αυτής της ενόχλησης και να θυμάστε καλά πως όταν κάτι μας ενοχλεί κρύβει μια μεγάλη αλήθεια για τη προσωπικότητα μας που συνήθως δε μας κολακεύει και πρέπει να εξαλειφθεί. Μια ενόχληση είναι ένας καθρέφτης που δείχνει το πραγματικό μας πρόσωπο κι αντί να θυμώσουμε μ αυτόν που τον κρατάει ας αδράξουμε την ευκαιρία γι αυτοβελτίωση. Άλλωστε κανείς δεν είναι τέλειος και καθόλου δε πειράζει να μην είμαστε κι εμείς.
5. Τέλος κι αφού έχουμε εξαντλήσει όλα τα παραπάνω αφήνουμε το πρόβλημα στην ησυχία του κι ασχολούμαστε με άλλα πράγματα διότι η ζωή δεν είναι μόνο προβλήματα κι όταν εμφανίζονται δε πρέπει να τα μεγεθύνουμε ώστε να καταλαμβάνουν όλη μας τη ζωή.

Έχουμε κι άλλες στιγμές μες τη καθημερινότητα και πρέπει να τις γεμίσουμε με δημιουργικά πράγματα που προσφέρουν χαρά κι όφελος σε μας και σ΄όλο το κόσμο.
Καθώς εμείς ασχολούμαστε με άλλα πράγματα πιο ουσιώδη κι ευχάριστα θα συμβούν αργά ή γρήγορα δυο πράγματα: Α) Είτε θα εμφανισθεί η επιθυμητή λύση ως δια μαγείας, αλλά δε θα είναι μαγεία, είτε Β) Το πρόβλημα θα εκπνεύσει διότι ο χρόνος του εξαντλήθηκε κι εδώ είναι σημαντικό να θυμάστε το εξής:
Το θεώρημα γνωρίζει την αθανασία του ανθρώπου κι ως εκ τούτου στέλνει τα προβλήματα προς εξάσκηση και κατανόηση κι όχι ως ποινές. Γνωρίζει ότι έτσι κι αλλιώς δε μπορεί να βλάψει τον άνθρωπο κι ούτε έχει αυτό ως σκοπό. Αντιθέτως εμφανίζεται ως Δάσκαλος που απλά βάζει δοκιμασίες προς εξάσκηση του μαθητή. Όταν σταδιακά θα κατανοούμε τα θεωρήματα και θα επιλύουμε τις ασκήσεις που εμφανίζονται στη ζωή μας τότε τα προβλήματα είτε θα εξαλείφονται καθοδόν είτε θα αλλάζουν επίπεδο πράγμα βέβαια που εναπόκειται σε νέα θεωρήματα τα οποία παραβλέψαμε κι ως εκ τούτου θα αναμένουμε ένα μάθημα. Ο άνθρωπος πρέπει κι οφείλει να γνωρίζει ότι ένα πρόβλημα είναι φθαρτό και θνητό, έχει περιορισμένη διάρκεια και πολλές φορές δε προλαβαίνουμε καν να το επιλύσουμε κι αυτό εξαφανίζεται. Όχι βέβαια δια παντός αλλά για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, άγνωστο πόσο. Άρα ακόμη κι εδώ έχουμε την επιλογή να το υπομείνουμε στωικά μέχρι να αποχωρήσει. Αυτό βέβαια θεωρητικά είναι μια πρόσκαιρη ήττα παρόλο που μοιάζει με επιτυχία αλλά αν δε μπορούμε να πράξουμε αλλιώς τότε θα ακολουθήσουμε αναγκαστικά αυτή την οδό. Να αγωνιζόμαστε δίχως άγχος και παράπονα προς την κατανόηση του θεωρήματος που έστειλε το πρόβλημα μέχρις ότου διαπιστώσουμε πως είτε λύθηκε είτε επιμένει.
Αν πάνω στο τελευταίο αναδυθεί το ερώτημα : «Και τι κάνουμε όταν πρόκειται για την υγεία μας, θα υπομείνουμε μέχρι να έρθει το φυσικό τέλος;» Σε τούτο μπορούμε να απαντήσουμε πολλά , ακριβώς όπως θα έκανε κι ο Νόμος που θέτει τα θεωρήματα. Π.χ ότι είμαστε έτσι κι αλλιώς αθάνατοι, συνεπώς τίποτε και ποτέ δε μπορεί να μας σκοτώσει.

Το βέβαιο είναι πως ακόμη και γι αυτή τη περίπτωση, του φυσικού θανάτου δηλαδή, είμαστε ενήμεροι και καθόλα σύμφωνοι εκ των προτέρων, όσο γελοίο ή καυστικό κι αν ακούγεται. Αλλά ακόμη πιο βέβαιο είναι ότι κανείς δε πεθαίνει εφόσον δε θέλει να πεθάνει, πλην όμως ακόμη κι ο θάνατος είναι εξέλιξη και μάλιστα πολύ σημαντική και κακώς αντιμετωπίζεται ως «τέλος».
Η προσκόλληση με τις μορφές μας κάνει να βλέπουμε τα πράγματα παραμορφωμένα . Θάνατος δεν υπάρχει, είναι απλά μια άλλη κατάσταση συνειδητότητας και μάλιστα η πύλη μιας νέας ζωής που αναπόφευκτα θα διαβούμε προς όφελος της εξέλιξης μας.
Μη στενοχωριέστε , κάποια στιγμή η επίγνωση μας θα είναι τέτοια που θα μπορούμε να διακρίνουμε μέσα στις μορφές τους Ανθρώπους που έχουμε ξανασυντήσει κι έχουμε αγαπήσει, μισήσει κλπ. Μέχρι τότε ο στόχος μας ας είναι αυτή η αφύπνιση της Επίγνωσης κι ο δρόμος μας να περνάει με σεβασμό ανάμεσα απ΄τους Νόμους της Φύσης αλλά για αυτούς τους αόρατους Νόμους θα μιλήσουμε σε ένα επόμενο άρθρο.

Σμιξιώτης Κωνσταντίνος για τις Αιχμές και Απόψεις


Αν σας άρεσε το άρθρο κάντε ένα like, κοινοποιήστε το στους φίλους σας και μοιραστείτε μαζί τους την γνώση


Πηγή